header image

Ομιλία της Γραμματέως Ισότητας ΟΤΟΕ, ΣΟΦΙΑΣ ΚΑΝΤΑ στη Βουλή, στην Ειδική Ημερίδα της Επιτροπής Ισότητας Νεολαίας και Δικαιωμάτων του Ανθρώπου

10/03/2010

Ομιλία Γραμματέως Ισότητας ΟΤΟΕ,

ΣΟΦΙΑΣ ΚΑΝΤΑ

στην Ειδική Ημερίδα της Επιτροπής Ισότητας Νεολαίας και Δικαιωμάτων του Ανθρώπου

της Βουλής στις 8 Μαρτίου 2010

 

Θέμα: Η θέση της Γυναίκας στην Εργασία:

Ανισότητες και μέτρα για την ισότιμη εργασία-πολιτικές καταπολέμησης της γυναικείας ανεργίας και της φτώχιας των γυναικών.



Κυρίες και Kύριοι,

Η Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας μας βρίσκει φέτος σε μία ιδιαίτερα δυσάρεστη συγκυρία για τη χώρα. Διανύουμε μια περίοδο βαθειάς οικονομικής και κοινωνικής κρίσης.

Μέσα σε αυτό το κλίμα της αβεβαιότητας, η σημερινή ημέρα αποκτά ξεχωριστή σημασία.

Εν μέσω αυτής της κρίσης, η προσοχή όλων στρέφεται μακριά από ζητήματα ισότητας. Φαντάζουν ίσως πολυτέλεια μπροστά στην ανάγκη εξόδου της χώρας από την ύφεση. Κι όμως, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η κρίση βιώνεται διαφορετικά από τα δύο φύλα και όπως όλα δείχνουν οι γυναίκες υφίστανται δυσανάλογα τις επιπτώσεις της.

Από το 1911 οπότε και θεσπίστηκε ο εορτασμός της Ημέρας της Γυναίκας, η 8η Μαρτίου έχει καθιερωθεί ως μία ετήσια υπενθύμιση ότι η ισότητα δεν αποτελεί ακόμα πραγματικότητα για τις γυναίκες. Και ιδιαίτερα σήμερα, η θέση της γυναίκας στην κοινωνία, μία θέση την οποία έχει κατακτήσει μέσα από σκληρούς αγώνες, μοιάζει για ακόμα μια φορά να κινδυνεύει.

Ευτυχώς, από το 1911 έχουν αλλάξει πολλά.

Η γυναίκα του σήμερα είναι παρούσα σε όλες τις εκφάνσεις του δημόσιου, κοινωνικού και οικονομικού στίβου. Έχοντας ξεφύγει από τον στενό πλαίσιο της οικογένειας έχει πλέον ηχηρή παρουσία στο δημόσιο βίο. Έχει λόγο, έχει άποψη, και χαράσσει τη δική της πορεία όντας πλέον κυρίαρχη του εαυτού της. Η γυναίκα του σήμερα θυμίζει ελάχιστα τη γυναίκα του 1911.

Παρ' όλα αυτά σήμερα, σχεδόν 100 χρόνια μετά τη θέσπιση της Παγκόσμιας Ημέρας της Γυναίκας, δεν μπορούμε ακόμα να μιλήσουμε για ισότητα ανάμεσα στα δύο φύλα.

Εν έτει 2010 οι γυναίκες πρέπει περισσότερο από κάθε άλλη φορά να παλέψουν για το αυτονόητο:το δικαίωμά τους να αξιοποιήσουν το μέγιστο των δυνατοτήτων τους.

Εν έτει 2010 μιλάμε ακόμα για την ύπαρξη ενός «γυάλινου ταβανιού» που στέκεται εμπόδιο στην επαγγελματική εξέλιξη των γυναικών σε υψηλόβαθμες θέσεις και για ένα τεράστιο χάσμα ανάμεσα στις αμοιβές ανδρών και γυναικών. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση οι γυναίκες πληρώνονται έως και 25% λιγότερο από τους άνδρες συναδέλφους τους για ίσης αξίας εργασία.

Άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα. Μολονότι, η Ελλάδα εμφανίζει από τα υψηλότερα ποσοστά αυτοαπασχόλησης στην Ευρώπη, η συμμετοχή των γυναικών στα ελεύθερα επαγγέλματα και στις ατομικές επιχειρήσεις υστερεί σημαντικά. Οι γυναίκες στην πλειοψηφία τους απορροφώνται στη μισθωτή εργασία, ενώ καταγράφεται ένα μικρό ποσοστό γυναικών αυτοαπασχολουμένων με προσωπικό.

Αυτό οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι, για τις γυναίκες η επιλογή της αυτοαπασχόλησης και επακόλουθα της επιχειρηματικότητας αποτελεί συνήθως αναγκαστική διέξοδο στις δυσκολίες πρόσβασης στην αγορά εργασίας και σπάνια συνειδητή επιλογή για την αξιοποίηση επιχειρηματικών ευκαιριών. Η ανεργία, η μακροχρόνια αποχή από την αγορά εργασίας, η δυσκολία επαγγελματικής ανέλιξης σε ανώτερα ιεραρχικά επίπεδα, οι ανισότητες στις οικονομικές απολαβές, τα σκληρά ωράρια εργασίας και η έλλειψη σε υποδομές φύλαξης παιδιών αποτελούν τους κυριότερους παράγοντες που ωθούν τις γυναίκες στην αυτοαπασχόληση και επιχειρηματική δράση, σημαντικό μέρος της οποίας χαρακτηρίζεται χαμηλών προσδοκιών και αμφιβόλου βιωσιμότητας.

Μοιάζει να παίζουμε με «σημαδεμένη τράπουλα». Όμως οι γυναίκες δεν είναι ομάδα. Είναι το 52% του πληθυσμού της χώρας με σοβαρά, πολλές φορές, προβλήματα κοινωνικής και οικονομικής ένταξης. ΄Ερχεται δε η κρίση να ενισχύσει ακόμα περισσότερο τις ανισότητες πάνω στις οποίες είναι διαμορφωμένη η κοινωνία μας.

Με την απορρύθμιση της αγοράς εργασίας, την περικοπή δαπανών και την ανατροπή του ασφαλιστικού συστήματος, κινδυνεύουν να ανατραπούν κεκτημένα ετών. Οι γυναίκες για ακόμα μία φορά καλούνται να πληρώσουν σε δυσανάλογο βαθμό το κόστος της κρίσης, μέσα από πολιτικές που ενισχύουν τις έμμεσες διακρίσεις σε βάρος των γυναικών.

Παρά τη ολοένα δυναμικότερη παρουσία των γυναικών στον επαγγελματικό στίβο, η θέση τους στην αγορά εργασίας παρουσιάζει μεγαλύτερη ευπάθεια από αυτή των αντρών. Μέσα σε ένα οικονομικό σύστημα που χαρακτηρίζεται από μια μονοδιάστατη αντίληψη για την ανταγωνιστικότητα, το δικαίωμά τους στην μητρότητα τις καθιστά λιγότερο ανταγωνιστικές κι έτσι πιο ευάλωτες στην απόλυση όταν σε εποχές σαν κι αυτή που διανύουμε οι κανόνες του παιχνιδιού σκληραίνουν.

Δεν είναι λοιπόν τυχαίο που περίπου το 60 τοις εκατό των ανέργων είναι γυναίκες ενώ η απορρόφησή τους γίνεται συνήθως σε ευέλικτες θέσεις εργασίας, όπως είναι οι θέσεις μερικής ή προσωρινής απασχόλησης.

Στον ιδιωτικό κυρίως τομέα τείνουν να γίνουν ο κανόνας τακτικές ελαστικής απασχόλησης (όπως η ενοικίαση εργαζομένων που πλέον εκτιμάται στο 10% του προσωπικού των Τραπεζών, οι συμβάσεις περιορισμένου χρόνου, οι εργολαβίες κλπ.) ενώ για θέσεις στελεχών προτιμώνται κατά κανόνα άντρες που συνήθως προσλαμβάνονται εκτός εταιρείας περιορίζοντας έτσι την ενδοεταιρική ανέλιξη.

Τέτοιου είδους πολιτικές ανατρέπουν κεκτημένα δεκαετιών, καθώς στο όνομα του κέρδους και της ανταγωνιστικότητας οι εργαζόμενοι αυτού του είδους τυγχάνουν άνισης αντιμετώπισης σε σύγκριση με τους μόνιμους συναδέλφους τους. Δουλεύουν περισσότερες ώρες, με χαμηλότερες αποδοχές και στερούνται την πρόσβαση στα συνδικαλιστικά όργανα και τη Συλλογική Σύμβαση ενώ υφίστανται πιο έντονα το ενδεχόμενο της απόλυσης.

Σε αυτό το πλαίσιο, έρχεται να προστεθεί η συζήτηση για τα ασφαλιστικά μας δικαιώματα, σε κατεύθυνσης που, δυστυχώς, στοχεύουν σε μεγάλο βαθμό στον περιορισμό των κεκτημένων των γυναικών.

Η Ελληνίδα μέσα από τον πολλαπλό ρόλο της εργαζόμενης, της μητέρας, της συζύγου και νοικοκυράς λειτουργεί ως εγγυητής της κοινωνικής συνοχής.

Τώρα, εν μέσω μιας κρίσης που ξεπερνά το οικονομικό επίπεδο και παίρνει διαστάσεις κοινωνικής κρίσης, είναι η κατάλληλη στιγμή να αναδειχθεί αυτός ο ρόλος πολύπλευρης κοινωνικής συνεισφοράς.

Οι δυνατότητές της όμως δεν εξαντλούνται εδώ. Πέρα από τον ζωτικό ρόλο στην διασφάλιση της συνοχής, η γυναίκα σήμερα διαθέτει δημιουργικές ιδέες, επιχειρηματικό όραμα, μα πάνω απ' όλα αξίες, ηθική και τολμη για το μέλλον. Στοιχεία δηλαδή που καθιστούν την συμβολή της απαραίτητη στην οικονομική, πολιτική και κοινωνική ανανέωση της χώρας μας.

Κι αυτό δεν μπορεί να γίνει όταν τα μέτρα που λαμβάνονται βαραίνουν δυσανάλογα τις εργαζόμενες γυναίκες και ακόμα περισσότερο τις εργαζόμενες μητέρες.

Η κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε δεν θα έπρεπε να αντιμετωπίζεται με κοντόφθαλμες πολιτικές. Προτεραιότητα της πολιτείας θα έπρεπε να είναι η επένδυση στην προστασία του ζωτικού ρόλου της γυναίκας στο κοινωνικό σύνολο.

Και αυτή είναι μια ιδανική ευκαιρία. Η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, απότοκος ενός αχαλίνωτου νεοφιλελευθερισμού, κατάφερε κάτι σημαντικό. Κατάφερε να φέρει και πάλι το κράτος στο οικονομικό προσκήνιο.

Είναι η στιγμή λοιπόν κατάλληλη ώστε το κράτος, παρά τους όποιους δημοσιονομικούς περιορισμούς, να ξαναγίνει ένα κράτος κοινωνικής πρόνοιας. Η κοινωνική πρόνοια δεν είναι σπατάλη. Η κοινωνική πρόνοια είναι επένδυση στην κοινωνική και πολιτική συναίνεση, οι οποίες με τη σειρά τους συνιστούν τα μόνα ασφαλή θεμέλια για μια διατηρήσιμη ανάπτυξη.

Να βάλουμε λοιπόν προτεραιότητες. Προτεραιότητες που σχετίζονται με την άρση των κοινωνικών ανισοτήτων που οξύνθηκαν και εντάθηκαν, ειδικά τα τελευταία χρόνια. Το κράτος μπορεί και πρέπει να βρεθεί στο πλευρό των γυναικών αντί να στέκεται απέναντί τους, ώστε να διασφαλιστεί το δικαίωμα της Ελληνίδας να διεκδικεί επί ίσοις όροις τη θέση που δικαιούται και αξίζει στην κοινωνία, στην πολιτική, στην οικονομία. Θέση αντάξια των δυνατοτήτων της.

Στην κατεύθυνση αυτή είναι απαραίτητο να ξεπερασθούν πεπαλαιωμένες αντιλήψεις και στερεότυπα που καθιστούν τη γυναίκα αποκλειστικά υπεύθυνη για τη φροντίδα της οικογένειας. Αυτή η νοοτροπία είναι η ίδια νοοτροπία που βρίσκεται πίσω από την άνιση αμοιβή, τις δυσκολίες και τα εμπόδια της επαγγελματικής τους ανέλιξης. Νοοτροπία που δεν πρέπει να χαίρει ανοχής, όταν η Ελληνίδα σήμερα βρίσκεται στο όριο αντοχής.

Αλλά η αλλαγή στις νοοτροπίες είναι μια κοινωνική διεργασία που απαιτεί χρόνο.Στον χρόνο αυτό πρέπει η πολιτεία να παρέχει στις εργαζόμενες μητέρες τα εφόδια για να ανταπεξέλθουν στο δύσκολο ρόλο τους.


Αυτό πρέπει να γίνει μέσα από:

· Πρώτον:Αναβαθμισμένες κοινωνικές παροχές με δημόσιους βρεφονηπιακούς σταθμούς, ολοήμερα νηπιαγωγεία και δημοτικά σχολεία - κι εδώ επιτρέψτε μου να σημειώσω πως ακούσαμε με ικανοποίηση το σχέδιο της Υπουργού Παιδείας κας Άννας Διαμαντοπούλου, για το Νέο Σχολείο, το οποίο πραγματικά μπορεί να ελαφρώσει την ελληνική οικογένεια και ιδιαίτερα την Ελληνίδα μητέρα από πάρα πολλά βάρη. Αναμένουμε να το δούμε να εφαρμόζεται και στην πράξη.Αναβαθμισμένες κοινωνικές παροχές λοιπόν, με κέντρα δημιουργικής απασχόλησης παιδιών, ενίσχυση του προγράμματος φροντίδας ηλικιωμένων και αναβαθμισμένες παροχές υγείας). Παροχές αυτονόητες στις σύγχρονες χώρες που αφήνουν τις γυναίκες να διεκδικήσουν ελεύθερα και ισότιμα το δικαίωμα στην εργασία.

· Δεύτερον:Είναι επιτακτική ανάγκη να περιοριστεί η τάση των τραπεζών -και όχι μόνο- να αντικαθιστούν την μόνιμη εργασία με ελαστικές μορφές απασχόλησης. Αντίθετα είναι απαραίτητο να διασφαλιστεί η σταθερή εργασία μέσα σε ένα σύγχρονο περιβάλλον αλληλοσεβασμού και αξιοπρέπειας, όπου η συνεισφορά της εργαζόμενης θα αναγνωρίζεται και θα αμοίβεται με κριτήρια αντικειμενικότητας και αξιοκρατίας.

· Τρίτον:Είναι αναγκαία η επένδυση σε μηχανισμούς που θα κατοχυρώνουν τις ίσες ευκαιρίες πρόσληψης και εξέλιξης για τις γυναίκες και για κάθε κοινωνική ομάδα και φυσικά την ισότητα στην αμοιβή.

Οι νόμοι και οι διεθνείς διατάξεις όπως έχει αποδειχθεί δεν είναι αρκετές. Πρέπει να υπάρχει και ο ανάλογος έλεγχος καθώς και μεγαλύτερα πρόστιμα σε όσες εταιρείες παραβαίνουν τον νόμο, ώστε να διασφαλιστεί ότι η ισότητα των φύλων θα περάσει επιτέλους από την θεωρία στην πράξη.

·Και φυσικά, τέλος, μέσα από τη διασφάλιση των ασφαλιστικών μας δικαιωμάτων. Ας μην ξεχνάμε ότι οι γυναίκες επωμίζονται το μεγαλύτερο μέρος από τη φροντίδα της οικογένειας, μια παραγωγικότατη μορφή εργασίας για την οποία ούτε αμείβονται, ούτε ασφαλίζονται. Κι αυτό δεν πρέπει να παραγνωρίζεται στην όποια ρύθμιση.

Όλα αυτά είναι απαραίτητα συστατικά για να γίνει το αυτονόητο. Να επιτευχθεί η ισορροπία ανάμεσα στην επαγγελματική και την προσωπική ζωή των γυναικών, ώστε να αισθάνεται η εργαζόμενη γυναίκα ότι ζει σε μία κοινωνία δημοκρατική και σύγχρονη που καταλαβαίνει και σέβεται τις ανάγκες της. Είναι υπεύθυνες και ρεαλιστικές δράσεις για να καταπολεμήσουμε συνολικά το αποκαλούμενο «έλλειμμα ισότητας». Το έλλειμμα δηλαδή που ωθεί τις γυναίκες αντί να κατευθύνουν τη ζωή τους με βάση ελεύθερα διαμορφωμένες τάσεις και προτιμήσεις, να υιοθετούν προκαθορισμένους ρόλους και να καταλαμβάνουν μόνο συγκεκριμένες θέσεις σε μια προϋπάρχουσα ιεραρχία.

Διότι και αυτό είναι βία, βία κατά των γυναικών. Ας μην έχουμε στο μυαλό μας μόνο την ωμη λεκτική ή σωματική βία μέσα στο σπίτι. Όπως αναφέρεται και στο Πρόγραμμα Δράσης της Παγκόσμιας Διάσκεψης του Ο.Η.Ε. στο Πεκίνο:«Η βία κατά των γυναικών είναι η έκφραση της ιστορικά διαπιστωμένης ανισότητας στις σχέσεις ισχύος μεταξύ ανδρών και γυναικών, που οδήγησε στην κυριαρχία των ανδρών επί των γυναικών και στις διακρίσεις κατά των γυναικών, με αποτέλεσμα τη παρεμπόδιση της ανάπτυξης τους» (παρ.118). Η παρεμπόδιση λοιπόν της ανάπτυξης της γυναίκας είναι βία και ως τέτοια πρέπει να την αντιμετωπίσουμε και να την σταματήσουμε.

Όμως δεν είναι μόνο θέμα ηθικό. Ούτε μόνο θέμα δικαιωμάτων. Υπάρχει και μια σαφής αναπτυξιακή διάσταση που πρέπει να προσδώσουμε στις πολιτικές ίσων ευκαιριών. Αν το μεγάλο ζητούμενο για την ελληνική οικονομία είναι η ανταγωνιστικότητα της, αυτή δεν μπορεί να επιτευχθεί εάν δεν μπορεί η γυναίκανα συνεισφέρει με όλο τον πλούτο της προσωπικότητάς της και των δεξιοτήτων της στην ανάπτυξη και την κοινωνική ευημερία. Μόνον η πλήρης συμμετοχή των γυναικών μπορεί να οδηγήσει στη μεγιστοποίηση της αξιοποίησης των ανθρώπινων πόρων και μέσω αυτής να επιτευχθεί η διατήρηση του κοινωνικού ιστού αλλά και η ανταγωνιστική αναζωογόνηση της οικονομίας.

Κυρίες και Κύριοι,

Κλείνοντας την τοποθέτηση μου θέλω να τονίσω εμφατικά πως πέρα από υπενθύμιση των προκλήσεων που συναντούν ακόμα και σήμερα οι γυναίκες, η Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας είναι και ημέρα εορτασμού. Εορτασμού και αναγνώρισης των αγώνων που έχουν δώσει οι γυναίκες ανά τις δεκαετίες. Αυτό δεν πρέπει να το ξεχνάμε και πρέπει να έχουμε πάντα μέσα στη σκέψη μας την αξία της συλλογικής δράσης και της κοινής προσπάθειας. Τίποτα δεν γίνεται τυχαία ή αυτόματα. Μπορεί οι γυναίκες, κατά το κλισέ, να είμαστε «το άλλο μισό του ουρανού», εντούτοις ο ουρανός δεν βρέχει λύσεις. Οι λύσεις και οι κατακτήσεις είναι καρπός συμμετοχής και δράσης.

Καταλήγω λοιπόν με μία ευχή. Να είναι η σημερινή ημέρα ευκαιρία να θυμηθούμε και να παραδειγματιστούμε όλες και όλοι μας από τις γυναίκες που αγωνίστηκαν για μια πιο ισότιμη θέση στην κοινωνία και να μην αφήσουμε τους αγώνες και τις κατακτήσεις τους να πάνε χαμένοι. Κι αυτό πρέπει να το δούμε όλες και όλοι σαν προσωπικό στοίχημα. Όπως έλεγε και ο Μαχάτμα Γκάντι «Πρέπει να είσαι η αλλαγή που θες να δεις στον κόσμο».



Σοφία Κάντα

Μέλος Διοίκησης της ΟΤΟΕ

Υπεύθυνη Γραμματείας Ισότητας

Ακολουθήστε μας